🔒
Hay nuevos artículos disponibles. Pincha para refrescar la página.
AnteayerSalida Principal

Η Κομμούνα της Στράντζας

Η Κομμούνα της Στράντζας και ο Μιχαήλ Γκερντζίκοφ

Του Γιάβορ Ταρίνσκι

Στις 26 Ιανουαρίου του 1877, γεννιέται ο Βούλγαρος αναρχικός Μιχαήλ Γκερντζίκοφ, ιδρυτής της Κεντρικής Επαναστατικής Μακεδονικής Επιτροπής και μέλος της Εσωτερικής Μακεδονικής Αδριανουπολίτικης Επαναστατικής Οργάνωσης (αργότερα ΕΜΕΟ ή ВМРО). Υπήρξε από τους πρωτεργάτες του μακεδονικού απελευθερωτικoύ αγώνα του 19ου-20ού αιώνα. Κορυφαία στιγμή της δραστηριότητάς του αποτελεί η ενεργός συμμετοχή του στην ίδρυση της Κομμούνας της Στράντζας, γνωστής επίσης και ως Δημοκρατία της Στράντζας. Πρόκειται για άλλο ένα κομμάτι της βαλκανικής ιστορίας το οποίο θάβεται από την επίσημη ιστοριογραφία. Είναι άλλο ένα στιγμιότυπο από την ιστορία των από-τα-κάτω, όπως η άγνωστη περίπτωση του νησιού Άντα Καλέ. Τέτοιες στιγμές της ιστορίας είναι σημαντικές ώστε να μπορέσουμε να ξαναφανταστούμε τα Βαλκάνια, όχι ως το σημερινό προπύργιο των εθνικισμών και του σοβινισμού, αλλά ως μια δυνατότητα ειρηνικής και αλληλέγγυας συνύπαρξης.

Η Κομμούνα της Στράντζας υπήρξε ένα βραχύβιο πείραμα, με ξεκάθαρα ελευθεριακά χαρακτηριστικά, στο εν λόγω βουνό που βρίσκεται στη σημερινή νοτιοανατολική Βουλγαρία και στο ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκίας. Η δημιουργία της ανακηρύχθηκε στα μέσα Αυγούστου του 1903, εν μέσω της εξέγερσης του Ίλιντεν –ενός αυτονομιστικού αγροτικού ξεσηκωμού ενάντια στην οθωμανική διοίκηση και υπέρ μιας αυτόνομης πολυεθνικής Μακεδονίας–, από αντάρτες της Εσωτερικής Μακεδονικής Αδριανουπολίτικης Επαναστατικής Οργάνωσης, της οποίας τότε διοικητής είναι ο μεγάλος και σπουδαίος αναρχικός Μιχαήλ Γκερντζίκοφ. Η Κομμούνα αυτή περιλάμβανε τις πόλεις Βασιλικό, Αγαθούπολη καθώς και άλλους μικρότερους οικισμούς και χωριά στο βουνό Στράντζα.

Έπειτα από μία σειρά επιτυχημένων μαζικών τοπικών εξεγέρσεων, υποστηριζόμενων από αντάρτικες ενέργειες, μεγάλο τμήμα της ανατολικής Θράκης βρίσκεται υπό τον έλεγχο των ανταρτών του Γκερντζίκοφ.

Γύρω από την ορεινή περιοχή της Στράντζας και για τρεις εβδομάδες ο κόσμος γιορτάζει.

Ιδρύεται μια νέα κοινότητα, βασισμένη στις αξίες της ελευθερίας, της ισότητας, της αδελφοσύνης. Όλα τα ζητήματα σε πόλεις και χωριά φέρονται σε λαϊκές ψηφοφορίες και οι παλιές διαμάχες μεταξύ των ντόπιων βουλγαρικών και ελληνικών πληθυσμών έχουν μείνει πίσω. Καίγονται τα όλα φορολογικά μητρώα. Για περισσότερο από 20 ημέρες η Κομμούνα της Στράντζας λειτουργεί με έναν εντελώς ελευθεριακό τρόπο, με την απουσία κάθε είδους κρατικής εξουσίας.

Αυτό γίνεται εμφανές και από τη στρατιωτική δομή των ανταρτών. Το ηγετικό της όργανο δεν είναι κάποιου είδους στρατιωτικό αρχηγείο, αλλά το «Κύριο Συντονιστικό Μαχητικό Σώμα». Με αυτόν τον τρόπο, οι αντάρτες υποδεικνύουν δύο πράγματα –ότι αυτό το όργανο έχει μόνο προσωρινό χαρακτήρα (δηλαδή όσο διαρκούν οι μάχες) και δεύτερον, ότι έχει καθαρά συντονιστικό ρόλο στην επανάσταση. Ο Χρίστο Στογιάνοφ, μαθητής του Γκερντζίκοφ, αναφέρει πως οι αντάρτες δεν το ονόμασαν «αρχηγείο» γιατί δεν ήθελαν να «βρομάει» μιλιταρισμό.[1]

Ένα ελευθεριακό στοιχείο της εξέγερσης αυτής είναι το ότι δεν τίθεται ποτέ ζήτημα συγκεντρωτισμού της εξουσίας. Οι άνθρωποι των απελευθερωμένων οικισμών δημιουργούν συμβούλια/επιτροπές αντί της εκλογής δημάρχων/αντιπροσώπων. Ο ρόλος των πρώτων είναι να συντονίζουν, ενώ των δεύτερων να κυβερνούν. Αυτά τα συμβούλια και οι επιτροπές λειτουργούν υπό τον έλεγχο του επαναστατημένου λαού, καθώς η πραγματική εξουσία έχει ανακτηθεί από αυτόν.

Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ της στάσης του Γκερντζίκοφ για τη ριζική ενδυνάμωση του λαού και του μαχνοβίτικου κινήματος στην Ουκρανία που ξεσπά 15 χρόνια μετά. Και οι δύο βλέπουν τον ρόλο των ανταρτών τους ως υποστηρικτικό και προσωρινό. Το ζήτημα της δημόσιας διοίκησης επαφίεται στα συμβούλια των τοπικών πληθυσμών. Σε ένα από τα κάλεσματά τους [2], οι μαχνοβίτες γράφουν ότι «Ο επαναστατικός-εξεγερτικός στρατός στοχεύει στο να βοηθήσει τους αγρότες και τους εργάτες […] μην επεμβαίνοντας στην πολιτική ζωή […] (και) καλεί τους εργάτες στην πόλη και στα περίχωρά της να προχωρήσουν στην αυτοοργάνωση […]»

Όσον αφορά τον τρόπο αναδιανομής της Κομμούνας της Στράντζας, ο Γκερντζίκοφ, αφού περιέγραψε τις πρώτες στρατιωτικές νίκες της εξέγερσης, γράφει: «Αρχίσαμε να οργανωνόμαστε εσωτερικά με κάποιο τρόπο… Ο πληθυσμός ήταν χαρούμενος, στα χωριά οι άνθρωποι γιόρταζαν. Δεν υπήρχε “δικό μου-δικό σου”: στα δάση είχαμε ετοιμάσει αποθήκες. Όλες οι σοδειές συγκεντρώνονταν σε αυτά τα κοινά κτίρια. Και τα βοοειδή ήταν πλέον κοινά… Γράψαμε μια ανακοίνωση στα ελληνικά, στην οποία δηλώναμε ότι δεν πολεμάμε για να αποκαταστήσουμε το βουλγαρικό βασίλειο και να καταλάβουμε εδάφη, αλλά μόνο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ότι οι Έλληνες χρειάζονται επίσης αυτά, ας μας στηρίξουν ηθικά και υλικά…»[3]

Στα απομνημονεύματά του [4] ο Γκερντζίκοφ θυμάται ένα συγκεκριμένο παράδειγμα απαλλοτρίωσης και αναδιανομής αγαθών: στην πόλη Αγαθούπολη υπήρχε ένα εργοστάσιο αλατιού, όπου εκείνη την εποχή αποθηκεύονταν πάνω από 200.000 κιλά αλάτι. Τα χωριά της περιοχής ήταν φτωχά και είχαν ανάγκη από αλάτι, και έτσι ο Γκερτζίκοφ και οι αντάρτες του εισέβαλαν στο εργοστάσιο και το άφησαν ανοιχτό για να πάρουν οι χωρικοί το αλάτι και να το μοιράσουν οι ίδιοι.

Η Κομμούνα της Στράντζας λειτούργησε από την αρχή της εξέγερσης και έως τα τέλη Αυγούστου 1903, όταν το τεράστιο κύμα του οθωμανικού στρατού αποτελούμενο από 40.000 στρατιώτες –καλά οπλισμένο με πεζικό, ιππικό και πυροβολικό– συντρίβει την αντίσταση του ντόπιου πληθυσμού.

Ο Γκερντζίκοφ, και κάποιοι από τους αντάρτες του, καταφέρνουν να διαφύγουν στη Βουλγαρία. Εκεί ο αναρχικός θα συνεχίσει να προπαγανδίζει τις ιδέες του μέσα από εφημερίδες που θα εκδώσει όπως η «Ελεύθερη Κοινωνία», η «Αντιεξουσία» και άλλες. Το 1910, ο Γκερντζίκοφ μαζί με έναν άλλο αναρχικό –τον Πάβελ Ντελιράντεφ– θα γράψουν την αντιμιλιταριστική μπροσούρα «Πόλεμος ή Επανάσταση». Το 1912 θα ηγηθεί και πάλι μιας αντάρτικης ομάδας στην περιοχή της Στράντζας, αυτή τη φορά κατά τη διάρκεια του Βαλκανικού Πολέμου. Αργότερα, το 1919, θα είναι μεταξύ των συνιδρυτών της Ομοσπονδίας Αναρχοκομμουνιστών στη Βουλγαρία.

Μετά την εγκαθίδρυση του μοναρχοφασιστικού πραξικοπήματος το 1923, αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη χώρα και να ζήσει στο Βελιγράδι, στη Βιέννη και στο Βερολίνο. Με την αλλαγή καθεστώτος στις 9 Σεπτεμβρίου 1944, ο Γκερτζίκοφ επιστρέφει στη Βουλγαρία και καλεί τους συντρόφους του να υποστηρίξουν το νέο σοσιαλιστικό σύστημα, μόνο για να απογοητευτεί πολύ σύντομα από αυτό και να ανακαλέσει την υποστήριξή του. Το 1947, μάλιστα, θα αρνηθεί κατηγορηματικά να προταθεί ο ίδιος από το καθεστώς για απονομή βραβείου για τη συμμετοχή του στην εξέγερση του Ίλιντεν.[5] Θεωρεί ανήθικο να βραβευτεί από μια εξουσία που κρατά τους συντρόφους του αναρχικούς υπό κράτηση. Η αποφυλάκισή τους θα ήταν η καλύτερη ανταμοιβή για αυτόν. Θα πεθάνει σε βαθιά γεράματα το 1947 στην πόλη της Σόφιας.

[1] http://www.savanne.ch/svoboda/anarchy/history/IlindPreobr.html

[2] „Към цялото трудещо се население на град Александровск и околността му“, 7 октомври 1919 г.

[3] http://www.savanne.ch/svoboda/anarchy/history/IlindPreobr.html

[4] http://macedonia.kroraina.com/ilpr1968/ilpr1968_5.html

[5] http://macedonia.kroraina.com/giliev/mg/mg_predg.htm

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Георги Хаджиев: Националното освобождение и безвластният федерализъм (София: Артиздат-5, 1992).

Михаил Герджиков: “Въ Македония и Одринско: Спомени на Михаилъ Герджиковъ” в Материяли за историята на македонското освободително движение, книга IX (София: Македонски Наученъ Институтъ, 1927).

Христо Силянов: Спомени от Странджа. Бележки по Преображенското въстание в Одринско — 1903 г. (София: Полиграфи а.д., 1934).

Надежда Недкова, Евдокия Петрова (съст.): Михаил Γерджиков и подвигът на тракийци 1903 г. (София: Университетско издателство „Св. Климент Охридски“, 2002).

https://www.aftoleksi.gr/2022/01/26/kommoyna-tis-strantzas-o-michail-gkerntzikof/?fbclid=IwAR2sEIB08s6Q5yDVznqqPkLtBlEWHvJc1KO4h3QlJ7f9tnL3n6Odd49zuyU

mihail_gerdzhikov.jpg

strandzha.png

strandzha1.jpg

Αργεντινή: Το κλείσιμο της Sugar Engineers

23 Agosto 2023 at 14:22
Αργεντινή: Η επέτειος του κλεισίματος της Sugar Engineers

Η 22 Αυγούστου σηματοδοτεί την "Εθνική Ημέρα Ζημιάς στο λαό Tucumano" από το κλείσιμο της Sugar Engineers που σήμανε και το κλείσιμο της πηγής απασχόλησης στην εν λόγω επαρχία.

Με διάταγμα του 1966, επήλθε το κλείσιμο 11 από τις 27 βιομηχανίες ζάχαρης με αποτέλεσμα 50.000 απολύσεις, τη μετανάστευση 250.000 ανθρώπων και την εμφάνιση των χωριών που περιβάλλουν σήμερα μέρος της περιοχής San Miguel de Tucumán.

Ωστόσο, η διαδικασία αυτή αντί να προκαλέσει παθητικότητα, έγινε αντίσταση και αγώνας. Η δικτατορία, σε συνεργασία με την εργοδοσία συνέχισε τη σκληρή γραμμή κατά των συνδικάτων. Οι εταιρείες χωρίς να σέβονται τις συλλογικές συμβάσεις και τις συμφωνημένες συνθήκες εργασίας, προκάλεσαν ξανά απεργία, ξεκινώντας ένα νέο κύμα απολύσεων που ενέτεινε το ήδη τεταμένο κοινωνικό κλίμα.

Η πόλη προσχώρησε στον αγώνα με οργάνωση λαϊκών κουζινών, στάσεις εργσίας και άλλες μορφές. Το 1967, η Hilda Guerrero -ακτιβίστρια και σημαιοφόρος μιας γενιάς γυναικών που αγωνίστηκαν μαζί με τους συζύγους τους για την υπεράσπιση της εργασίας- πέφτει δολοφονημένη από την αστυνομική καταστολή στην Bella Vista.

Η απάντηση της δικτατορίας ήταν αδίστακτη, φυλακίζοντας τους ηγέτες των εργαζομένων, παραποιώντας την προσωπικότητα των αγωνιστών και “παγώνοντας” τα οικονομικά του συνδικάτου τους.

Το cerrojazo είχε ως κίνητρο το λεγόμενο "πρόβλημα Tucumano" υπονοώντας ότι κάποιοι άνθρωποι ήταν αντιπαραγωγικοί που προκαλούσαν μεγάλο κόστος στο έθνος και ότι οι εργαζόμενοι ήταν προβληματικοί, ένα σαφές παράδειγμα του πώς η ολιγαρχία της ζάχαρης του Tucuman (Conception Engineer) και Jujuy (Engineer Ledesma) είχε την υποστήριξη της δικτατορίας για τον έλεγχο της εθνικής αγοράς ζάχαρης. Τα γεγονότα αυτά κορυφώθηκαν με διάφορες απεργίες, πυροβολισμούς σε εργοστάσια και την καφετέρια των φοιτητών στο πανεπιστήμιο, που αποτέλεσαν την αφορμή για μια σειρά λαϊκών εξεγέρσεων μεταξύ 1969-1970, γνωστές ως Tucumanazo και κορυφώθηκαν με το Quintazo το 1972. Κατά τη διάρκεια του Tucumanazo φοιτητές και εργάτες στο κέντρο του Tucumano αγωνίστηκαν σθεναρά ενάντια στις δυνάμεις καταστολής.

Ο λαός του Tucumano επέδειξε τη σθεναρή αντίστασή του στις αδικίες που προκαλούσε η δικτατορία που στη συνέχεια με την εμφάνιση του αγροτικού αντάρτικου το 1974 και το κατασταλτικό κύμα σε όλο το εύρος της Λατινικής Αμερικής θα κατέληγε να είναι ο ύμνος της στρατιωτικής δικτατορίας με την επιχειρησιακή ανεξαρτησία το 1975 και να γεννά την τελευταία πολιτική στρατιωτική δικτατορία του 1976 που διήρκεσε μέχρι το 1983 τα χρόνια αυτά υπογράφηκαν από τη συνεχή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με περισσότερους από 30.000 αγνοούμενους, εκατοντάδες απαγωγές, παράνομη στέρηση της ελευθερίας, βασανιστήρια σε παράνομα κέντρα κράτησης βρεφών.

Την ημέρα αυτή διεκδικούμε τις εμπειρίες του αγώνα και της μαχητικότητας του λαού μας, κρατώντας την ταυτότητά μας ως γυναίκες και άντρες του Tucuman που, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές έχουμε μάθει να αντιστεκόμαστε και να κρατάμε ψηλά την ελπίδα για την οικοδόμηση ενός πιο δίκαιου κόσμου!

Organización Anarquista de Tucumán

tucuman.jpg

Υγειονομική φροντίδα στον Ισ&a

Η υγειονομική φροντίδα στον Ισπανικό εμφύλιο - Μια σύντομη αναφορά

Πολλά έχουν γραφτεί για τον Ισπανικό εμφύλιο και θα συνεχίζονται να λέγονται διότι υπάρχουν ακόμα πολλές ιστορίες να ειπωθούν, αλλά και γιατί δεν έχουν εξεταστεί επαρκώς. Πολλές φορές άγνωστες πτυχές, όχι τόσο προσιτές στο ευρύ κοινό δεν αναδεικνύονται ή παραλείπονται λόγω της ιδιαιτερότητας και της εξειδίκευσής τους. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση είναι η υγειονομική περίθαλψη κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Σε αυτό το κείμενο θα προσπαθήσω να κάνω μια σύντομη αναφορά.

Αν ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ο πρώτος μεγάλος πόλεμος στον οποίο οι απώλειες που προκλήθηκαν από άμεση στρατιωτική δράση ήταν περισσότερες από αυτές που προκλήθηκαν από ασθένεια, ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ότι ήταν ο πρώτος στον οποίο οι απώλειες αμάχων ξεπέρασαν αυτές των μαχητών.

Οι συμπάθειες της εργατικής τάξης ήταν συντριπτικά προς τις διάφορες αριστερές ομάδες αλλά και τους αναρχικούς που αποτελούσαν την δημοκρατική πλευρά. Αυτό ίσχυε γενικά για τα αγγλόφωνα έθνη. Πολλοί συγγραφείς και διανοούμενοι ήταν μεταξύ εκείνων από όλα τα κοινωνικά στρώματα και από πολλές χώρες που πήγαν στην Ισπανία για να ενταχθούν στον Ρεπουμπλικανικό στρατό, σε αντίθεση με έναν μικρό αριθμό που, μερικές φορές υποκινούμενος από θρησκευτικό ζήλο, προσφέρθηκε εθελοντικά στους Εθνικιστές. Μεταξύ των πρώτων ήταν πολλοί γιατροί και νοσοκόμες, οι οποίοι συχνά υπηρέτησαν με τις Διεθνείς Ταξιαρχίες ή με τις μονάδες ασθενοφόρων που είχαν δημιουργηθεί από την Ισπανική Επιτροπή Ιατρικής Βοήθειας ή με τον Ρεπουμπλικανικό στρατό.

Η εξέγερση που ξεκίνησε με το στρατιωτικό πραξικόπημα στο οποίο οι εθνικιστικές δυνάμεις υπό τον στρατηγό Φραντσίσκο Φράνκο, απέκτησαν σύντομα τον έλεγχο σημαντικών περιοχών της χώρας. Στον αντίποδα η δημοκρατική κυβέρνηση (Ρεπουμπλικάνοι) απάντησε συγχωνεύοντας την πολιτοφυλακή και τους ξένους εθελοντές σε έναν λαϊκό στρατό. Τι συνέβη όμως στον ιατρικό κλάδο;

Εκτός από την οργανωμένη στρατιωτική ιατρική, η οποία υποστήριξε σχεδόν εξ ολοκλήρου τους εθνικιστές από την αρχή, οι πολίτες γιατροί στην πλειονότητά τους συνέχισαν να ασκούν το επάγγελμά τους όπου κι αν βρίσκονταν κατά το ξέσπασμα των εχθροπραξιών, αδιαφορώντας για τις πολιτικές πεποιθήσεις των ασθενών τους. Αρκετοί δε εκτελέσθηκαν ως «ύποπτοι» από τους εθνικιστές επειδή θεωρείτο ότι ήταν Ελευθεροτέκτονες, αλλά και από το δημοκρατικό στρατόπεδο επειδή θεωρούνταν Καθολικοί. Στο σημείο αυτό θέλω να επισημάνω ότι η διάκριση μεταξύ στρατιωτικής και πολιτικής ιατρικής είναι θολή και μπερδεμένη ειδικά στην δημοκρατική πλευρά γιατί τα κινητά νοσοκομεία του στρατού στην πρώτη γραμμή δέχονταν άρρωστους και τραυματισμένους πολίτες και οι τραυματίες στρατιώτες συχνά αναπτύσσονταν για να φυλάξουν πολιτικά νοσοκομεία.

Δεν χωράει αμφιβολία, όμως, ότι οι μεγαλύτερες πρόοδοι στην ιατρική πρακτική που προέκυψαν στον πόλεμο σχετίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου με τη ρεπουμπλικανική πλευρά. Οι Ρεπουμπλικάνοι γνώρισαν τον πρώτο μαζικό αεροπορικό βομβαρδισμό αμάχων πληθυσμών. Επιπλέον, η Βαρκελώνη και η Μαδρίτη, τα δύο κέντρα με τις ισχυρότερες παραδόσεις επιστημονικών επιτευγμάτων στη χώρα, παρέμειναν στα χέρια της κυβέρνησης μέχρι τα τελευταία στάδια του πολέμου.

Οι τέσσερις κύριοι τομείς στους οποίους προχώρησε η ιατρική επιστήμη κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου είναι η θεραπεία τραυμάτων, η ανάπτυξη τραπεζών αίματος, η αντιμετώπιση ιατρικών ασθενειών (ειδικά σε σχέση με τον υποσιτισμό) και η οργάνωση ιατρικής υποστήριξης στις ένοπλες δυνάμεις.

Η διαχείριση των σοβαρών τραυματισμών συνδέεται άμεσα με το όνομα του Josep Trueta Raspall, ο οποίος στο ξέσπασμα του πολέμου είχε μόλις διοριστεί καθηγητής και επικεφαλής τμήματος χειρουργικής στο Hospital de la Santa Creu i Sant Pau στη Βαρκελώνη. Τον Μάρτιο του 1938, ιταλικά αεροσκάφη με βάση τη Μαγιόρκα βομβάρδιζαν τη Βαρκελώνη κάθε δύο ώρες για τρεις ημέρες, και το νοσοκομείο της Trueta φρόντισε 2200 θύματα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Κατάγματα των μακριών οστών είχαν τρομακτικά ποσοστά γάγγραινας, ακρωτηριασμού και θανάτου.
Υπήρχαν τέσσερις βασικές αρχές της μεθόδου που επινόησε ο Trueta για τη διαχείρισή τους.
1.Άμεση χειρουργική επέμβαση: εφόσον ήταν δυνατόν, η χειρουργική επέμβαση λάμβανε χώρα εντός οκτώ ωρών, επομένως η οργάνωση της μεταφοράς στα χειρουργικά κέντρα ήταν ζωτικής σημασίας. Η χειρουργική επέμβαση συνίστατο σε καθαρισμό, με εκτομή όλων των νεκρών, μολυσμένων ή κατεστραμμένων ιστών και μυών, αλλά συνάμα και τη διατήρηση του δέρματος και των οστών όπου ήταν δυνατόν.
2.Καθαρισμός της πληγής: αυτό γινόταν με σαπούνι και νερό και μια βούρτσα νυχιών, με λίγο βάμμα ιωδίου. Αν και ο πόλεμος συνέπεσε με την εισαγωγή σουλφοναμιδίων, ο Trueta φαίνεται να χρησιμοποίησε σουλφανιλαμίδη μόνο στην μειοψηφία περιπτώσεων.
3.Επίδεση τραυμάτων: με στεγνή, αποστειρωμένη γάζα.
4. Αντιμετώπιση καταγμάτων: Ακινητοποίηση σε γύψο μέχρι να γίνει ένωση. Ο γύψος άλλαζε μόνο εάν γινόταν υγρός και μαλακός ή δύσοσμος.
Ως αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής ήταν ότι σε σύνολο 1073 τραυματιών υπήρχαν μόνο έξι θάνατοι και 976 «καλά αποτελέσματα» όσον αφορά τη διατήρηση και τη λειτουργία των άκρων, μια δραματική βελτίωση σε σχέση με το παρελθόν. Το έργο του έφερε επανάσταση στην ορθοπεδική πρακτική και έσωσε αμέτρητεςα ζωές στις πολεμικές συγκρούσεις που ακολούθησαν διεθνώς.
Εκτός από την τραυματολογία υπήρξε αναμφισβήτητη πρόοδος στη τεχνική της μετάγγιση αίματος. Και εδώ οι μέθοδοι έκυψαν από τους βομβαρδισμούς της Βαρκελώνης και της Μαδρίτης και τις μάχες γύρω από τη Μαδρίτη. Ο Καναδός κομμουνιστής χειρουργός Norman Bethune και ο γενικός ιατρός Reginald Saxton, έκαναν ηρωικές προσπάθειες για να διασφαλίσουν ότι αίμα ήταν διαθέσιμο για επείγουσα χρήση στα νοσοκομεία της πρώτης γραμμής των Ρεπουμπλικανών αλλά και για την ασφαλή χορήγησή του. Όμως, ήταν ο Καταλανός Frederico Durán Jordá, ο οποίος αντιλήφθηκε πρώτος την κρίσιμη σημασία της ύπαρξης μεγάλων αποθεμάτων αίματος από την αρχή των εχθροπραξιών και μέχρι το καλοκαίρι του 1938 ήταν υπεύθυνος μιας ιδιαίτερα αποτελεσματικής υπηρεσίας αιμοδοσίας στη Βαρκελώνη με κατάλογο περίπου 14.000 δωρητών, αριθμός που υπερδιπλασιάστηκε μέχρι το τέλος του πολέμου. Συνολικά συγκεντρώθηκαν περίπου 9000 λίτρα κατά τη διάρκεια του πολέμου και οι δωρητές έλαβαν πιστοποιητικά που τους επέτρεπαν σε επιπλέον τροφή. Επιπλέον, ο Durán μπόρεσε να κάνει εξετάσεις για σύφιλη και ελονοσία, και μάλιστα απέκτησε μια συσκευή ακτίνων Χ για να αποφύγει τη χρήση ατόμων με φυματίωση ως δότες. Με την τεχνική που ανέπτυξε ο Durán δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση σε μια αμπούλα που είχε σχεδιάσει για να αποφεύγει τη διεπαφή αίματος-αέρα και έτσι να ελαχιστοποιεί την αιμόλυση λόγω της ανακίνησης που ήταν αναπόφευκτη κατά τη μεταφορά.
Η Ισπανία την εποχή εκείνη δεν θεωρείται αναπτυγμένη χώρα και η ελονοσία φαίνεται να ήταν η κύρια ιατρική κατάσταση που οδήγησε στην εισαγωγή ασθενών στην πρώτη γραμμή. Ωστόσο, φαίνεται ότι υπήρξαν εκπληκτικά λίγες μεγάλες επιδημίες ασθενειών μέχρι τα τέλη του πολέμου. Αλλά μετά την πτώση της Βαρκελώνης, η υγεία του πληθυσμού της Καταλονίας ήταν δεινή, με εκτεταμένες διατροφικές ελλείψεις. Αλλά και στην Μαδρίτη τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα με 300-400 θανάτους από την πείνα καθημερινά. Αξίζει να σημειωθεί ότι το νικοτινικό οξύ ήταν πολύ αποτελεσματικό για τις εγκεφαλικές εκδηλώσεις της πελλάγρας και ότι η παραισθησία-σύνδρομο αιτιοκρατίας που προκαλείται από ανεπάρκεια θειαμίνης (αργότερα ονομάστηκε «κάψιμο ποδιών» από τους Ευρωπαίους αιχμαλώτους των Ιαπώνων κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου) ήταν πολύ συχνή.

Γίνεται πλέον εμφανές ότι η ιατρική δραστηριότητα άνθισε στη συγκριτικά φιλελεύθερη ατμόσφαιρα των μεγάλων Ρεπουμπλικανικών πόλεων κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Η εθνικιστική πλευρά δεν έχει να υποδείξει αντίστοιχα επιτεύγματα αν και στο τέλος ήταν αυτή που επικράτησε. Αν και νικήσανε με την στρατιωτική τους δύναμη, η παρακαταθήκη που έμεινε είναι αυτή των «ηττημένων». Ο ισπανικός εμφύλιος αποτέλεσε την σύγκρουση δυο τελείως αντίθετων κόσμων και η υγειονομική περίθαλψη δεν θα μπορούσε ως πρακτική να μην ακολουθήσει αντίθετο δρόμο.

Χρέος όλων μας είναι να φροντίσουμε η παρακαταθήκη όχι μόνο να παραμείνει ζωντανή, αλλά να υπερασπισθεί τα επιτεύγματά της από την παραπληροφόρηση και των αναθεωρητισμό που επικρατεί στη σημερινή εποχή.

health_spain.jpg

Tambov ενάντια στον μπολσεβικισμό

8 Julio 2023 at 12:04
1920: Η εξέγερση του Tambov ενάντια στον μπολσεβικισμό

Ο εμφύλιος πόλεμος στη Ρωσία του 1917-1921 θεωρείται μια αντιπαράθεση μεταξύ του Λευκού και του Κόκκινου στρατού. Και τα δύο κινήματα προώθησαν αυταρχικές και κρατιστικές ιδέες, πραγματοποίησαν βίαιη κινητοποίηση, λεηλάτησαν, τρομοκρατούσαν και περιόρισαν την ελευθερία του πληθυσμού, που ανάγκασε τους αγρότες και εργάτες να ενωθούν σε αντάρτικες μονάδες για την αντίσταση τόσο της λευκής όσο και της κόκκινης δικτατορίας. Αυτοί οι άνθρωποι πήραν τα όπλα για να υπερασπιστούν την ελευθερία τους, έκαναν αναγκαστικές συμμαχίες τόσο με Μπολσεβίκους όσο και με μοναρχικούς, αλλά πάντα υπερασπίζονταν τα συμφέροντά τους και έκαναν πόλεμο «εναντίον όλων». Μιλάμε για τον λεγόμενο Πράσινο Στρατό, που ήταν ξεχωριστό, τρίτο μέρος στον εμφύλιο.

Το 1918-1921 οι Μπολσεβίκοι εφάρμοσαν την πολιτική του «στρατιωτικού κομμουνισμού» στα κατεχόμενα εδάφη. Στις κατεχόμενες περιοχές έγιναν εκλογές για τα αγροτικά συμβούλια, αλλά τα πολιτικά δικαιώματα των αγροτών ήταν περιορισμένα, σε κάποιους δεν επετράπη καν να συμμετάσχουν στις εκλογές. Όπως αναφέρεται σε επιστολή προς τον J. Stalin, μέλος του Μποροτιστικού Κόμματος, M. Poloz: «Στάλθηκαν διαταγές στις τοπικές αρχές να εκλέγονται μόνο κομμουνιστές στο συνέδριο, τα συνέδρια έγιναν σε ατμόσφαιρα στρατιωτικού τρόμου. Οι εκλογές για το συνέδριο γίνονται σύμφωνα με το πλειοψηφικό σύστημα, δηλαδή δημιουργείται τεχνητά πλειοψηφία πολλών ψήφων, πράγμα που σημαίνει ότι η μειοψηφία στερείται κάθε αντιπροσώπευσης... Ως αποτέλεσμα, καθαρά κομμουνιστικές εκλογές, αλλά έντονη συγκίνηση μεταξύ των πληθυσμού, που κάποτε ήταν ενθουσιασμένος με τους μπολσεβίκους». Επίσης, κατασχέθηκαν σιτηρά από αγρότες, έγινε βίαιη κολεκτιβοποίηση, και το κράτος πήρε τη γη υπό τον έλεγχό του αντί να τη μοιράσει στους αγρότες. Οι απλοί αγρότες δεν ήθελαν να χαρίσουν τους καρπούς της σκληρής δουλειάς τους για το τίποτα, γινόταν όλο και πιο δύσκολο για αυτούς να ταΐσουν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους.

Τέτοιες ενέργειες των Μπολσεβίκων προκάλεσαν δυσαρέσκεια στον τοπικό πληθυσμό: ήδη από τα τέλη Ιανουαρίου 1919, στα εδάφη όπου σχηματίστηκε ο σοβιετικός μηχανισμός, έγινε αισθητή η αύξηση της πολιτικής έντασης και η σταδιακή απώλεια των θέσεων τους από τους Μπολσεβίκους, η οποία οδήγησε σε διώξεις της αντιπολίτευσης και συστηματικές «εκκαθαρίσεις» των Σοβιετικών. Σύντομα ξεκίνησαν οι εξεγέρσεις των αγροτών. Τέτοιοι επαναστάτες ονομάζονταν «Πράσινος Στρατός» γιατί συχνά χρησιμοποιούσαν το πράσινο χρώμα και διάφορους συνδυασμούς με αυτό στα πανό τους, καθώς και επειδή συχνά κρύβονταν στα δάση. Το πράσινο κίνημα έγινε πιο διαδεδομένο κατά τα έτη 1919-1921 ως αυθόρμητη αντίσταση της αγροτιάς στα φιλοτμήματα, που με όπλα άρπαξαν «πλεονάσματα» ψωμιού χωρίς αποζημίωση, στις καταστολές και τις μεθόδους διαχείρισης που ενστάλαξαν οι Μπολσεβίκοι στα χωριά.

Στους «πράσινους» περιλαμβάνονται και ο αντάρτικος στρατός του Μαχνό και οι αντάρτες του Ταμπόφ. Με μια ευρύτερη έννοια, οι ένοπλοι σχηματισμοί που δεν ήταν ούτε λευκοί ούτε κόκκινοι ονομάζονταν «Πράσινος Στρατός». Για παράδειγμα, ο Λευκορώσος στρατηγός Stanislav Bulak-Balakhovych, ο οποίος πολέμησε πρώτα στο πλευρό των κόκκινων και μετά στο πλευρό των λευκών, αποκαλούσε τον εαυτό του πράσινο. Ή ο Ουκρανός Ataman Zeleny (D.Terpylo), ο οποίος πολέμησε στο πλευρό του UNR ενάντια στο Hetmanate, μετά το οποίο προσπάθησε να ενωθεί με τους Μπολσεβίκους ενάντια στο UNR, αλλά στη συνέχεια άλλαξε γνώμη και άρχισε να διεξάγει ανταρτοπόλεμο ενάντια στους κόκκινους και του λευκούς. Ανάλογα με την τάση συγκεκριμένων πράσινων σχηματισμών να υποστηρίζουν τη μία ή την άλλη επίσημη πλευρά, εμφανίστηκαν λευκοπράσινο ή κόκκινο-πράσινο.

Αν και αυτοί οι χαρακτηρισμοί μπορούσαν να καταγράψουν μόνο μια προσωρινή, στιγμιαία τακτική γραμμή ή συμπεριφορά που υπαγορεύεται από τις περιστάσεις, και όχι μια σαφή πολιτική θέση.

Οι εξεγέρσεις των αγροτών είχαν έντονες εθνικές και περιφερειακές διαφορές, πολλές ιδεολογικές αποχρώσεις, αλλά προέβαλαν μια σειρά από τα ακόλουθα ενιαία αιτήματα:
1. Μαύρη αναδιανομή κοινοτικής γης.
2. Το τέλος της διανομής αγαθών και το μονοπώλιο του κράτους στα σιτηρά και άλλα τρόφιμα, επιστροφή στην ελεύθερη τοπική αγορά.
3. Ελεύθερα συμβούλια, δηλ. αυτοδιοίκηση. Αυτό σήμαινε συμβούλια χωρίς κομμουνιστές παντού.
4. Δεν επιβλήθηκαν άνωθεν κρατικές φάρμες και κομμούνες, που συχνά ταυτίζονταν με την εισαγωγή νέας δουλοπαροικίας.
5. Σεβασμός στη θρησκεία, στα τοπικά και εθνικά ήθη και έθιμα.
Τα βασικά συνθήματα των «πράσινων» ήταν:
- "Χτυπάμε τα κόκκινα μέχρι να ασπρίσουν, χτυπάμε τα άσπρα μέχρι να ροδοκοκκινίσουν"
- "Θέλουμε κομμουνισμό χωρίς μπολσεβίκους!"
- "Για Σοβιέτ χωρίς Μπολσεβίκους!"
"Μακριά η κομμούνα και υπέρ της διανομής!”

Οι αγροτικές μονάδες διοικούνταν από αταμάν, οι οποίοι ήταν κυρίως ντόπιοι αγρότες, αλλά είχαν στρατιωτική εμπειρία κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα ανταρτικά τμήματα συχνά μετανάστευαν από το μέτωπο στο χωριό και αντίστροφα, γίνονταν επιδρομές την άνοιξη-καλοκαίρι και το φθινόπωρο, για τον χειμώνα οι χωρικοί διασκορπίζονταν στα σπίτια τους. Γενικά, τα αποσπάσματα είχαν έναν μικρό μόνιμο πυρήνα από τους πιο έμπειρους επαναστάτες, στους οποίους ένας ή ο άλλος αριθμός αγροτών εντάχθηκε αν χρειαζόταν. Προϊόντα διατροφής και ζωοτροφές για άλογα αγοράζονταν από αγρότες σε τιμές αγοράς, χρήματα για αυτό ζητήθηκαν από τους Μπολσεβίκους. Τα σιτηρά και η ζάχαρη ανταλλάσσονταν ή δίνονταν δωρεάν στους αγρότες, τα κουρασμένα άλογα άλλαζαν δωρεάν και αρκετά συχνά, γεγονός που επέτρεπε στους «πράσινους» να παραμείνουν πολύ ευέλικτοι. Το 1919, υπήρχαν τουλάχιστον 20.000 στρατιώτες με 7 κανόνια και 95 πολυβόλα στις ανταρτικές μονάδες της Αριστερής Όχθης της Ουκρανίας. Το 1920, ο αριθμός των επαναστατών τριπλασιάστηκε. Όλοι οι σημαντικοί ηγέτες του επαναστατικού κινήματος έδρασαν ανεξάρτητα, δεν τους ένωνε ένα κοινό πρόγραμμα, σχέδιο ή τακτική.

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ TAMBOV

Χαρακτηριστικό παράδειγμα πράσινης αντίστασης είναι η εξέγερση των αγροτών στην επαρχία Tambov. Η περιοχή Tambov ήταν η πιο «αγροτική» επαρχία, οι κάτοικοι της πόλης αποτελούσαν μόνο το 8% του πληθυσμού και η βιομηχανία ήταν ελάχιστα ανεπτυγμένη. Ακόμη και στην αρχή της επανάστασης, η αγροτιά κατέλαβε τα κτήματα των γαιοκτημόνων και τα μοίρασε μεταξύ τους. Αλλά οι αγρότες δεν μπορούσαν να απολαύσουν τους καρπούς αυτής της γης, οι Μπολσεβίκοι πήραν το μεγαλύτερο μέρος του ψωμιού στο μέτωπο λόγω της έλλειψης. «Έδωσαν τη γη, μα εσύ αφαιρείς το ψωμί μέχρι το τελευταίο σιτάρι: να τραφείς με τέτοια γη! Ένας άνθρωπος έχει μόνο έναν ορίζοντα από τη γη», είπε ένας από τους αγρότες στον κομμουνιστή Ντβάνοφ. Η επαρχία Ταμπόφ ήταν «ψωμί», άρα υπέφερε όλο το βάρος της επισιτιστικής δικτατορίας.

Ήδη τον Οκτώβριο του 1918, 50 prodzagons (5.000 στρατιώτες) δρούσαν στην επαρχία, καμία άλλη επαρχία δεν γνώρισε τέτοια κλίμακα κατασχέσεων. Η περιοχή Tambov μετατράπηκε στο επίκεντρο της αγροτικής αναταραχής. Το 1920, η περιοχή Tambov επλήγη από ξηρασία και μαζεύτηκαν μόνο 12 εκατομμύρια λίβρες ψωμιού. Εν τω μεταξύ, η διανομή της παραγωγής δεν μειώθηκε, φτάνοντας τα 11,5 εκατομμύρια poods. Ήδη τον Αύγουστο ξεκίνησε εξέγερση στο χωριό Καμιάνκα, όταν οι χωρικοί αρνήθηκαν να δώσουν ψωμί. Αφοπλίστηκαν 65 «πρόδρομοι».

Η φωτιά της εξέγερσης εξαπλώθηκε σε όλη την επαρχία με μια ευκινησία ακατανόητη για τις τοπικές αρχές, γιατί πίστευαν ότι είχαν να κάνουν με συμμορίες ληστών, και όχι με λαϊκή αγανάκτηση. Ήδη τον Σεπτέμβριο, ο αριθμός των επαναστατών έφτασε τους 4.000 ένοπλους αγρότες και άλλους 10.000 αγρότες με δίκρανα και δρεπάνια. Την εξέγερση ηγήθηκε ο πρώην αρχηγός της αστυνομίας Α. Αντόνοφ. Οι αντάρτες επιτέθηκαν σε μονάδες των Μπολσεβίκων, συνέλαβαν στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού, αφαίρεσαν τουφέκια, πολυβόλα, κανόνια και άλογα. Μερικοί Κόκκινοι αρνήθηκαν να επιτεθούν στους χωρικούς και πήγαν στο πλευρό τους, άλλοι αιχμαλωτίστηκαν.

Εν τω μεταξύ, ήδη τον Νοέμβριο, οι αντάρτες του Tambov ένωσαν όλες τις δυνάμεις τους υπό μια ενιαία διοίκηση και δημιούργησαν τον Ενωμένο Παρτιζικό Στρατό της Περιφέρειας Tambov, ανέπτυξαν το σύνταγμά τους, τη στρατιωτική τους στολή και τα διακριτικά τους. Δημιουργήθηκε επίσης η «Ένωση Εργαζομένων Αγροτών», η οποία ασχολήθηκε με την ταραχή άλλων αγροτών. Η εξέγερση έφτασε στο μέγιστο εύρος της μέχρι τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο του 1921, όταν ο αριθμός των ανταρτών έφτασε τις 50 χιλιάδες άτομα, ενωμένοι σε δύο στρατούς (αποτελούμενοι από 14 πεζούς, 5 συντάγματα ιππικού και 1 ξεχωριστή ταξιαρχία με 25 πολυβόλα και 5 κανόνια).

Οι αντάρτες κατέστρεψαν 60 κρατικές φάρμες, πήραν τον έλεγχο σχεδόν ολόκληρης της επαρχίας Tambov (μόνο οι πόλεις παρέμειναν στα χέρια των Μπολσεβίκων), παρέλυσαν την κυκλοφορία στον σιδηρόδρομο Ryazan-Ural και απέκρουσαν επιτυχώς τις προσπάθειες των μπολσεβίκων στρατευμάτων να εισβάλουν στο έδαφος της εξέγερση, προκαλώντας τους βαριές απώλειες. Τέτοιες ενέργειες των αγροτών ανάγκασαν την κομμουνιστική ηγεσία να σκεφτεί την ακύρωση της πολιτικής του «στρατιωτικού κομμουνισμού» και τη μετάβαση στην ΝΕΠ.

Στις 12 Φεβρουαρίου 1921, με βάση την απόφαση του Λαϊκού Επιτροπείου Τροφίμων, η εφαρμογή της διανομής τροφίμων σταμάτησε στην επικράτεια της επαρχίας Tambov και τον Μάρτιο του 1921, το 10ο Συνέδριο του RCP (b) αποφάσισε να να ακυρώσει τη διανομή τροφίμων στη χώρα, αντί της οποίας θεσπίστηκε πάγιος φόρος τροφίμων. Αυτό στέρησε από τους αγρότες το κίνητρο να συνεχίσουν τον αγώνα, γεγονός που έκανε τους εξεγερμένους ευάλωτους.

Στις 20 Μαΐου 1921, η Προσωρινή Λαϊκή Δημοκρατία της Παρτιζάνικης Επικράτειας του Ταμπόφ (με το δικαίωμα σύγκλησης Συντακτικής Συνέλευσης) ανακηρύχθηκε από τον Τοκμάκοφ, ο οποίος ηγήθηκε της διοίκησης των παρτιζάνων και του STS και του τοπικού πληθυσμού σε μια συγκέντρωση στο χωριό του Karai-Saltykov, στην περιοχή Kirsanovsky. Ένα από τα πιο ενεργά μέλη της αντίστασης, ο αγρότης Shendyapin, ορίστηκε ως επικεφαλής της δημοκρατίας. Όμως οι μάχες με τους Κόκκινους συνεχίστηκαν, η επαρχία είχε μεγάλη αξία «ψωμιού», οπότε οι Μπολσεβίκοι δεν επρόκειτο να την αφήσουν ήσυχη. Πυροβολικό, αεροπορία, τεθωρακισμένα οχήματα και χημικά όπλα - χλώριο E56 χρησιμοποιήθηκαν κατά των ανταρτών. Η απόφαση να χρησιμοποιηθούν αέρια για να «καπνίσουν» τα αποσπάσματα των ανταρτών από τα δάση ελήφθη στις 9 Ιουνίου 1921 σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Κεντρικής Επιτροπής υπό την προεδρία του V. A. Antonov-Ovsienko. Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν βλήματα με δακρυγόνο χλωροπικρίνη. Η απόφαση να χρησιμοποιηθούν αέρια για να «καπνίσουν» τα αποσπάσματα των ανταρτών από τα δάση ελήφθη στις 9 Ιουνίου 1921 σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Κεντρικής Επιτροπής υπό την προεδρία του V. A. Antonov-Ovsienko. Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν βλήματα με δακρυγόνο χλωροπικρίνη. Η απόφαση να χρησιμοποιηθούν αέρια για να «καπνίσουν» τα αποσπάσματα των ανταρτών από τα δάση ελήφθη στις 9 Ιουνίου 1921 σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Κεντρικής Επιτροπής υπό την προεδρία του V. A. Antonov-Ovsienko. Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν βλήματα με δακρυγόνο χλωροπικρίνη.

Έχουν καταγραφεί τρεις περιπτώσεις χρήσης τους. Ειδικότερα, στο ημερολόγιο μάχης της μεραρχίας πυροβολικού της ταξιαρχίας της Στρατιωτικής Περιφέρειας Zavolga, καταγράφεται ότι στις 13 Ιουλίου 1921, δαπανήθηκαν στη μάχη: χειροβομβίδες τριών ιντσών – 160, σκάγια – 69, χημικές χειροβομβίδες. – 47. Στις 3 Αυγούστου, ο διοικητής της μπαταρίας του Πυροβολικού Πυροβολικού του Μπέλγκοροντ ανέφερε στον αρχηγό πυροβολικού του 6ου τμήματος μάχης, ότι κατά τη διάρκεια του βομβαρδισμού του νησιού στη λίμνη Κίπετς, εκτοξεύτηκαν 65 σκάγια, 49 χειροβομβίδες και 59 χημικές οβίδες. Σύμφωνα με ορισμένες μελέτες που χρησιμοποιήθηκαν από τους Μπολσεβίκους τον Μάιο-Ιούνιο του 1921, οι χημικές οβίδες οδήγησαν στο θάνατο όχι μόνο των ανταρτών, αλλά και του άμαχου πληθυσμού. Μέχρι το καλοκαίρι του 1921, οι κύριες δυνάμεις των ανταρτών ηττήθηκαν. Στις αρχές Ιουλίου, η ηγεσία της εξέγερσης εξέδωσε διαταγή, σύμφωνα με την οποία οι μάχιμες μονάδες προτάθηκαν να χωριστούν σε ομάδες, κρυφτείτε στα δάση και πηγαίνετε σε κομματικές ενέργειες ή σκορπίστε στα σπίτια. Η εξέγερση διαλύθηκε σε μια σειρά από μικρά απομονωμένα κελιά και οι αντάρτες επέστρεψαν στις τακτικές των ανταρτών, που χρησιμοποιήθηκαν ενεργά μέχρι τον Αύγουστο του 1921. Οι χωριστές αψιμαχίες στην περιοχή Tambov συνεχίστηκαν μέχρι το καλοκαίρι του 1922, σταδιακά να μηδενίζονται.

Δυστυχώς, οι αγροτικές μονάδες διαλύθηκαν, άρχισαν να αλληλεπιδρούν ενεργά μόνο στο τέλος του εμφυλίου πολέμου. Το πράσινο κίνημα ήταν πρώτα απ' όλα μια απάντηση, μια προσπάθεια προσαρμογής της ζωής του σε συνθήκες κρατικής επιθετικότητας. Οι μαζικές πράσινες διαδηλώσεις ήταν μια ισχυρή δύναμη, αλλά είχαν αδύναμες οργανωτικές δυνατότητες. Οι αντάρτες ήταν επίσης ελάχιστα οπλισμένοι, χωρίς συχνά τουφέκια και πυρομαχικά. Αυτό οδήγησε στην τελική καταστολή των αντισοβιετικών αγροτικών διαδηλώσεων από τους Μπολσεβίκους. Αλλά δεν συνέβη αμέσως, οι αγρότες αντιστάθηκαν και ο Πράσινος Στρατός καταπνίγηκε εντελώς μόνο το 1924, αν και ορισμένες περιοχές άντεξαν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’20.

Το αντάρτικο κίνημα των «πράσινων» ήταν μια σημαντική δύναμη που μπορούσε να αντιταχθεί στους μπολσεβίκους, οι αντάρτες μπόρεσαν να υπονομεύσουν σημαντικά τις δυνάμεις τους και επιπλέον να νικήσουν το κίνημα των λευκών και τους ξένους επεμβατικούς.

*Το κείμενο πάρθηκε από τη σελίδα του συντρόφου Παναγιώτη Γιαννικάκη στο Facebook.

tambov.jpg

Αστυνομική δολοφονία στη Γαλ&a

29 Junio 2023 at 13:37
Τη νύχτα της 27ης προς την 28η Ιουνίου ξέσπασαν επεισόδια στην πόλη της Ναντέρ, με σκοπό καταγγείλουν μια ακόμη δολοφονία από αστυνομικό.

Το όνομά του ήταν Naël και ήταν 17 ετών. Ο Naël δολοφονήθηκε στις 27 Ιουνίου 2023 μέσα στο αυτοκίνητό του, όταν αστυνομικός τον πυροβόλησε από κοντινή απόσταση, επειδή εκείνος αρνήθηκε να συμμορφωθεί. Βρισκόταν σε λωρίδα λεωφορείου και προσπάθησε να διαφύγει, αφού η ζωή του απειλούταν από τον αστυνομικό, ο οποίος τον σημάδευε ήδη με το όπλο του.

Η αστυνομία υιοθέτησε αμέσως την εκδοχή ότι το αυτοκίνητο εμβόλισε την αστυνομία, ενώ τα μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να αναφερθούν στο ποινικό μητρώο του θύματος. Ωστόσο, το βίντεο της σκηνής δείχνει ότι οι αστυνομικοί βρίσκονται στην πλευρά του αυτοκινήτου, το οποίο αρχικά ήταν ακίνητο. Επομένως, η ζωή τους δεν απειλήθηκε σε καμία στιγμή.

Η λογική είναι συχνά η ίδια, καθώς επαναλαμβάνονται αυτές οι υποθέσεις. Σκοπός είναι να δείξουν ότι το θύμα ήταν κακός άνθρωπος, “παραβάτης” ή όχι πολύ “κοινωνικά ενταγμένος”. Από τη μία πλευρά, τα ΜΜΕ μεταδίδουν αυτές τις πληροφορίες χωρίς να τις ελέγχουν και συχνά πρόκειται για ψέματα ή υπερβολές. Δεύτερον, και πιο σημαντικό, ακόμη και αν τα γεγονότα ήταν αληθινά, αυτό δε δικαιολογεί σε καμία περίπτωση τη δολοφονία, ούτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ελαφρυντικό για την πρόθεση πρόκλησης θανάτου. Ο μοναδικός σκοπός αυτής της αφήγησης είναι να καθιερώσει και να εξομαλύνει κοινωνικά την ατιμωρησία της αστυνομίας σε περιπτώσεις ρατσιστικών εγκλημάτων.

Ξανά και ξανά, χωρίς την παρουσία ενός βίντεο, ο λόγος των θυμάτων είναι άχρηστος. Ή ακριβέστερα, δεν αξίζει τίποτα, όταν στο εδώλιο κάθεται ένα μέλος των δυνάμεων του νόμου και της τάξης, ακόμη και αν πρόκειται για ένα σενάριο που επαναλαμβάνεται.

Πρόκειται για όχι λιγότερη από τη 13η ανθρωποκτονία που διαπράττεται από αστυνομικούς από την αρχή του έτους μετά από άρνηση συμμόρφωσης του θύματος. Μόνο σε 5 από τους 13 υπεύθυνους αστυνομικούς έχουν απαγγελθεί κατηγορίες, ενώ οι υπόλοιποι έχουν αφεθεί μέχρι στιγμής ελεύθεροι, χωρίς να τους ασκηθεί δίωξη. Πρόκειται για έναν σημαντικό αριθμό, ο οποίος δεν είναι άσχετος με τον νόμο του 2017 που τροποποιεί το δικαίωμα των αστυνομικών να χρησιμοποιούν τα όπλα τους.

Ωστόσο, δε θα πρέπει να μας εκπλήσσει η αύξηση της βίας, ιδίως της ρατσιστικής βίας, όταν όροι όπως “απο-πολιτισμός ή αλλοίωση του πολιτισμού” και “μεγάλη αντικατάσταση” χρησιμοποιούνται στην κορυφή του κράτους, όταν ψηφίζονται ή τίθενται σε ψηφοφορία νόμοι που εισάγουν διακρίσεις. Ποιο είναι το νόημα μιας πολιτικής που οικειοποιείται την ατζέντα των λευκών ρατσιστών;

Αυτός ο κρατικός ρατσισμός κορυφώνεται στους θεσμούς, στην προκειμένη περίπτωση στην αστυνομία. Η βία που ασκεί η αστυνομία γίνεται επιτρεπτή και ανεκτή από την εξουσία, η οποία σπεύδει να δείξει με το δάχτυλο την άκρα αριστερά και την άκρα δεξιά, όπως έγινε μετά την επίθεση στον δήμαρχο του Saint-Brévin, μετά το άνοιγμα ενός κέντρου για αιτούντες άσυλο στην πόλη του.

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Αν ο αστυνομικός πήρε το θάρρος να τραβήξει τη σκανδάλη εξ επαφής, ήταν επειδή δεν πίστευε ότι θα υπήρχαν συνέπειες. Ήταν επειδή, κατά την άποψή του, η ζωή του Naël ήταν άνευ σημασίας στα δικά του μάτια και στα μάτια της κοινωνίας.

Μπορούμε ακόμα να ρίχνουμε την ευθύνη για τις αστυνομικές δολοφονίες αποκλειστικά στα άτομα; Ήταν μόνο ένας κακός αστυνομικός; Όχι. Η ρητορική χρήση της αναφοράς αυστηρά στο πρόβλημα ενός ατόμου που διέπραξε μόνο μια “γκάφα” είναι αφόρητη. Πρόκειται απλώς για μια μορφή ρατσισμού στην οποία το κράτος κάνει ότι δεν βλέπει, αλλά στην πραγματικότητα επιτρέπει τις κρατικές δολοφονίες.

Υπάρχει επείγουσα ανάγκη για ριζική κριτική της εθνικής αστυνομίας, αυτού του ρατσιστικού και αποικιοκρατικού θεσμού, που έχει καταστεί “γάγγραινα”από την ακροδεξιά και τρομοκρατεί ένα ολόκληρο τμήμα του πληθυσμού με πλήρη ατιμωρησία.

Τα θύματα του ρατσισμού από την αστυνομία καταγγέλλουν αυτόν τον θεσμό εδώ και χρόνια. Η άρνηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους δεν εξαρτάται από τον ακτιβισμό τους ή την αντίθεσή τους σε μια μεταρρύθμιση, όπως αυτή του συνταξιοδοτικού συστήματος. Το απλό γεγονός της ύπαρξής τους τους φέρνει αντιμέτωπους με αυτόν τον ρατσιστικό, κατασταλτικό και δολοφονικό, όπως αποδεικνύεται, θεσμό. Οι εξόριστοι υποφέρουν ιδιαίτερα από αυτήν τη βία, είτε στο νεκροταφείο που έχει μετατραπεί η Μεσόγειος, είτε στο Καλαί, είτε στη Μαγιότ, είτε στα κέντρα διοικητικής κράτησης, όπου ο Μοχάμεντ, ένας 59χρονος άνδρας, δολοφονήθηκε πριν από ένα μήνα μετά από ξυλοδαρμό από αστυνομικούς.

Τα εγκλήματα αυτά είναι μέρος ενός μεγάλου καταλόγου που ξεκινάει πριν από 40 χρόνια, αν όχι περισσότερο (θυμόμαστε τα μαζικά εγκλήματα της 17ης Οκτωβρίου 1961). Πολλά ονόματα έρχονται στο μυαλό: Malik Oussekine, Abdel Benahya, Zied και Bouna, Moshin και Lakhamy, Akim Ajimi, Ali Ziri, Mamadou Marega, Wissam El Yamni, Amine Bentounsi, Angelo Garan, Gaye Camara, Liu Shaoyao, Babacar Gaye, Steve Maya Caniço, Claude Jean-Pierre, και πολλοί άλλοι… Από τις μαζικές διαμαρτυρίες με αίτημα την αλήθεια και τη δικαιοσύνη για τον Adama Traoré, εναντίον του οποίου η οικογένειά του έχει υποστεί απίστευτη καταστολή εδώ και 5 χρόνια, και 3 χρόνια μετά τις παγκόσμιες διαμαρτυρίες για τον George Floyd, οι μόνες “απαντήσεις” από το κράτος ήταν αρνήσεις.

Στο σημερινό πλαίσιο της εκτεταμένης καταστολής, πιστεύουμε ότι οι εξεγέρσεις που ξεκίνησαν στη Ναντέρ αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του κοινωνικού κινήματος. Πρόκειται για τη διεκδίκηση της δικαιοσύνης και της αλήθειας για τον Naël και τα υπόλοιπα θύματα των αστυνομικών εγκλημάτων. Εμείς στηρίζουμε αυτά τα αιτήματα και συμμετέχουμε στις κινητοποιήσεις οργής.

Οι σκέψεις μας είναι με τους συγγενείς των θυμάτων αυτών των αστυνομικών δολοφονιών.

Προς το παρόν, απαιτούμε δικαιοσύνη και αλήθεια για τον Naël, την κατάργηση των νόμων για την παγκόσμια ασφάλεια, τον αυτονομισμό και τον αφοπλισμό της αστυνομίας.

Ενότητα του λαού απέναντι στο ρατσισμό και την αστυνομική βία!

Μεταφέρουμε εδώ το κάλεσμα της οικογένειας του Naël για μια σιωπηλή πορεία αύριο (29 Ιουνίου) στις 14:00 στη Ναντέρ.

Union Communiste Libertaire (Ελευθεριακή Κομμουνιστική Ένωση)

28/6/2023

*Σύνδεσμος της ελληνικής μετάφρασης: https://www.alerta.gr/archives/30916?fbclid=IwAR19tqO2OoPSfyNsGM_fF_bjYnznQrsvdEv_Pis5B49THI63mnyQJXi7aL8

356647378_669315091906397_7385037275390918927_n.jpg

  • No hay más artículos
❌